27.2.19

Προσπαθώντας να κρατήσει την ψυχραιμία του αλλά φανερά αγχωμένος, καλεί κάποιον και ρωτάει :"Μπορεί κάποιος να πεθάνει από τον φόβο του;" 

Μάλλον ήθελε να μάθει αν αυτός φταίει. Μάλλον ένιωσε ενοχές. Ενοχές για κάποιον που δεν ακούμπησε. Ενοχές για κάποιον που δεν μίλησε. Το μόνο ενοχοποιητικό του στοιχείο ήταν ότι οδηγούσε πολύ άτσαλα το αεροπλάνο. Ότι έκανε μια πτήση τρομακτική για τους επιβάτες. 
Αθήνα-Κρήτη-Αλεξανδρούπολη. 
Και αυτός αντί να υποθέσει ότι ο άντρας πέθανε από φυσικά αίτια, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν ότι αυτός προκάλεσε τον θανατό του. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάρει τηλέφωνο και να ρωτήσει αν μπορεί να πεθάνει κάποιος από τον φόβο, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο πτώμα πίσω του.
Αναρωτιέμαι ποιόν πήρε τηλέφωνο. Αναρωτιέμαι τι του απάντησε. 
Κανείς δεν άκουσε, κανείς δεν έμαθε.

Αλήθεια, μπορεί κάποιος να πεθάνει από φόβο;




10.2.19

Με ή χωρίς, το ίδιο και διαφορετικό.

Είδα μια εκδήλωση για την ημέρα των ερωτευμένων που λέγεται ο κύκλος των γειά-σ'αγαπώ-αντίο.

Πόσα πολλά γειά έχουμε ακούσει.
Πόσα λίγα σ'αγαπώ έχουμε πει.
Πόσα πολλά αντίο τα βάλαμε στην αναμονή.

Θα μιλήσουν ποιητές και συγγραφείς για τον έρωτα.
Θα μιλήσουν αυτοί που έγιναν ποιητές και συγγραφείς από έρωτα.
Γιατί οι δύο μεγάλες εμπνεύσεις της ζωής είναι ο έρωτας και ο πόνος.
Και αν έχεις έρωτα, έχεις και πόνο.

Η ημέρα των ερωτευμένων είναι η μέρα των πονεμένων.
Είναι η μέρα αυτών που δεν λένε ούτε γειά ούτε αντίο, μόνο σ'αγαπώ.

Θυμάμαι το γειά σου.
Νιώθω ακόμα το σ'αγαπώ σου.
Ζω το αντίο σου.

Θάνατος η ζωή με εσένα και χωρίς.
Έπρεπε να το φανταστώ όταν μου είπες το όνομα σου.

Γειά! Έχεις αναπτήρα;
Σ'αγαπώ.
Αντίο αγάπη της ζωής μου.

Εγώ μήτε γειά μήτε αντίο μπορούσα να σου πω.
Μόνο σ'αγαπώ.










5.2.19

Εσύ ομόρφαινες και εγώ ασχήμαινα.
Εγώ βρώμιζα και εσύ καθάριζες.
Εσύ φώτιζες και εγώ σκοτείνιαζα.
Εγώ έπεφτα και εσύ καθόσουν.
Εσύ σηκωνόσουν και εγώ σε έριχνα.
Εγώ σε ανέβαζα και εσύ με κρατούσες.
Εσύ με ακουμπούσες και εγώ σε έδιωχνα.
Εγώ σε έψαχνα και εσύ το έσκαγες.
Εσύ κοιμόσουν και εγώ σε ξύπναγα.
Εγώ ονειρευόμουν θάνατο και εσύ ονειρευόσουν ζωή.

Όταν ήθελα, δεν μπορούσες.
Όταν μπορούσες, δεν ήθελα.
Ό,τι ήθελα, δεν το μπορούσες.
Ό,τι ήθελες, δεν το άντεχα.

Εγώ και εσύ, ήταν ή εγώ ή εσύ.

Εσύ και εγώ κάποτε κοιμηθήκαμε και γίναμε εμείς.
Εμείς κάποτε κλείσαμε τα φώτα της πραγματικότητας.
Εμείς κάποτε κλείσαμε τα αφτιά για να μην ακούμε το εγώ και το εσύ.
Εμείς κάποτε κοιμηθήκαμε.
Εμείς κάποτε ονειρευτήκαμε μαζί, θάνατο και ζωή.
Εμείς κοιμόμασταν και το εσύ και το εγώ ούρλιαζαν. 

Εμείς μια μέρα ξυπνήσαμε. 
Και ξυπνήσαμε ως εγώ και εσύ.
Και όταν κοιτάχτηκε το εσύ με το εγώ, έγινε ή εγώ ή εσύ.
Καληνύχτα εμείς.




1.2.19

Τα κομμάτια που λείπουν.

Ρίχτηκαν τα κομμάτια μπροστά μου. 
Κάνω το συνταίριασμα, μέχρι που φτάνω στα κενά.
Κοιτάζω πόσα κομμάτια έχω και πόσα χρειάζονται.
Έχω λιγότερα. 
Πού είναι τα άλλα;
Ρίχνω μια ματιά τριγύρω, μήπως έπεσε κανένα κάτω.
Τίποτα.
Τι να κάνω;
Ας το αφήσω έτσι λέω, ίσως να ήταν ελαττωματικό.
Το αφήνω έτσι.

Το κοιτάζω μέσα στη μέρα όταν περνάω από το τραπέζι.
Τι ζεστά χρώματα. Τι όμορφες εικόνες.
Και εκεί που το θαυμάζω, πέφτει το μάτι μου στα κενά.
Όμορφο μα κατακερματισμένο σκέφτομαι.
Αναρωτιέμαι τι χρώματα έχουν τα κενά, τι εικόνες σχηματίζουν.
Με βασανίζει που λείπουν, με βασανίζει που μου στερούν ολόκληρη την εικόνα.
Κάπου πρέπει να είναι, δεν γίνεται να φτιάχτηκε λειψό.

Χτες αλλάζοντας τις μαξιλαροθήκες, έπεσαν κάτι κομμάτια στο κρεβάτι.
Ήταν κομμάτια παζλ.
Πήγα κατευθείαν στο τραπέζι για να δω αν είναι αυτά που λείπουν.
Ναι, ήταν κάποια από αυτά που έλειπαν.
Τα συμπληρώνω.

Από εκείνο το βράδυ, κατάλαβα τους εφιάλτες μου.
Τα κομμάτια κραύγαζαν για να τα ξεθάψω.
Από εκείνο το βράδυ, κατάλαβα ότι εγώ τα έκρυψα.
Ήταν τα σκούρα κομμάτια.
Ήταν τα κομμάτια που σχηματίζουν τον τρόμο και την απόγνωση.

Από εκείνο το βράδυ, το παζλ δεν είναι τόσο φωτεινό και όμορφο.
Από εκείνο το βράδυ όμως δεν είναι τόσο κατακερματισμένο.

Να μην ξεχάσω να θυμάμαι ότι η σχάση γοητεύει αλλά κατακερματίζει.
Να μην ξεχάσω να θυμάμαι ότι η ενοποίηση προσφέρει την εικόνα.
Να μην ξέχασω να θυμάμαι που έχω κρύψει και τα άλλα κομμάτια που λείπουν.
Να μην ξέχασω να θυμάμαι όσα απεγνωσμένα προσπαθώ να ξεχάσω.

Τα κομμάτια που λείπουν, βρίσκονται.