18.10.18

Περνάνε οι μέρες. Περνάνε οι ώρες. Και όσο περνάνε τόσο πιο πολύ γεμίζεις με απορία. Όσο περνάνε οι μέρες, τόσο καθαρίζουν τα μάτια και βλέπεις την τρύπα. Όσο περνάνε οι μέρες βλέπεις πιο κοντά σου την τρύπα. 

Πριν νόμιζα οτι την ένιωθα πιο κοντά. Την βίωνα πιο δυνατά. Ένιωθα να πέφτουν πράγματα μέσα στην τρύπα. Και να χάνονται εκεί μέσα και να μην μπορώ να τα δω μετά. Πέφτανε δάκρυα. Πέφτανε αναμνήσεις. Πέφτανε επιθυμίες και ανάγκες. Πέφτανε ελπίδες. 

Τώρα δεν νιώθω τόσο ότι πέφτει κάτι, όσο ότι υπάρχει αυτή η τρύπα. Όσο ότι βλέπω κενό σε αυτή την τρύπα. Ανοιχτό κενό. Ανοιχτή πληγή. Μια πληγή που δεν ξερω αν αιμορραγεί. Ξέρω οτι υπάρχει. Είναι κάτι το οποίο το κουβαλάω και με βαραίνει λίγο, μέρα με τη μέρα. Το σέρνω. Και με κάνει να βαδίζω πιο αργά. Και όταν τρέχω κάποια στιγμή ξαφνικά συνειδητοποιώ το ότι με έχει λυγίσει το βάρος. Και νιώθω τόσο κουρασμένη και εξουθενωμένη. 

Το καλό βέβαια είναι το ότι επειδή το νιώθω ως κενό, μια κενή τρύπα, ότι πέφτει είναι σαν να χάνεται μια για πάντα. Δεν νιώθω οτι με βαραίνει λοιπόν το περιεχόμενο της τρύπας. Αλλά το μέγεθος του κενού της τρύπας. Η περίμετρος της τρύπας. Δεν ξέρω πόσο μεγάλη είναι. Η ύπαρξη της είναι το πρόβλημα. Ρουφάει ενέργεια. Ρουφάει απ'όλα. Και ότι ρουφάει δεν επιστρέφεται πίσω. Χάνεται. 

Δεν ξέρω που χάνεται. Δεν ξέρω αν πηγαίνει όντως κάπου. Ίσως να πρέπει να πέσουν όλα μέσα, με τον καιρό, για να κλείσει το κενό. Ίσως να κλείσει η τρύπα όταν πέσεις και εσύ μέσα της. 

Προς το παρόν ακροβατείς περιμετρικά. Κάνεις κύκλους γύρω γύρω. Σε κάποιες φάσεις νιώθω πολύ να απομακρύνεσαι από το οπτικό μου πεδίο. Σε βλέπω θολό και μακρυνό. Μετά όμως πλησιάζεις. Μετά όμως πάλι συνεχίζεις τον κύκλο σου και σε βλέπω πιο μακρυά. 

Κάνεις τον κύκλο σου. Όπως και εμείς κάναμε τον κύκλο μας. 
Κάνεις τον κύκλο σου μέχρι να πέσεις μέσα.